Η βασίλισσα του Σαβά. Η κυρία από το Τίβολι. Κρυφός Πόνος


Συγγραφέας : Hamsun, Knut, 1859-1952
Μεταφραστής : Ηλιάδης, Φρίξος
Εκδότης : Εμπειρία Εκδοτική
Έτος έκδοσης : 2017
ISBN : 978-960-417-502-4
Σελίδες : 96
Σχήμα : 21x14
Κατηγορίες : Νορβηγική πεζογραφία - Διήγημα
Σειρά : Παγκόσμια Κλασσική Βιβλιοθήκη

9.20 € 6.81 €




Η ΒΑΣΙΛΙΣΑ ΤΟΥ ΣΑΒΑ Είναι μια Αιθιοπίνα δεκαεννιά χρόνων, λυγερή, εκθαμβωτικά όμορφη, βασίλισσα και γυναίκα στο ίδιο πρόσωπο... Σηκώνει το πέπλο από το πρόσωπό της και ρίχνει το βλέμμα της στον βασιλιά. Τα μαύρα μαλλιά της σκεπάζονται ολότελα από το ασημοδιάφανο διάδημα που φοράει. Φαίνεται σαν μια Ευρωπαία που ταξίδεψε στην Ανατολή και πήρε κάποια πνοή απ' τον ήλιο της. Μόνο τα μάτια της έχουν το μαύρο χρώμα που προδίδουν την πατρίδα της, εκείνο το σκοτεινό και φλογερό ταυτόχρονα βλέμμα, που κάνει τον θεατή να ταξιδεύει μαζί της. Δεν μπορεί να ξεχάσει κανείς αυτά τα μάτια, θα τα θυμάται για πολύ καιρό και θα τα βλέπει μέσα στα όνειρά του... Είναι το κυνήγι μιας χίμαιρας, μιας φαντασίωσης, ενός ανεκπλήρωτου έρωτα, όπου η ματαιοδοξία και το τυφλό πάθος οδηγούν πεισματικά τον άνθρωπο σ' ένα αέναο και εναγώνιο ταξίδι με άγνωστο τέλος... Στον τελευταίο σταθμό περιμένουν η απογοήτευση και η συντριβή, καθώς η βασίλισσα ρίχνει το πέπλο της και αποκαλύπτει την πεζή πραγματικότητα, διαλύοντας όνειρα, πόθους και ψευδαισθήσεις. Η ΚΥΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΤΙΒΟΛΙ Ο καιρός πέρασε, το παιδί γεννήθηκε, ο οικογενειακός γιατρός κατά περίεργη σύμπτωση είχε πάει τότε στην επαρχιακή πόλη και ενώ η νεαρή μητέρα κειτόταν ακόμα άρρωστη στο κρεβάτι, της ανήγγειλαν ότι το παιδί της είχε πεθάνει. Είχε γεννηθεί πεθαμένο; Όχι, έζησε μερικές μέρες. Το ζήτημα όμως ήταν πως το παιδί δεν είχε πεθάνει. Όλο αυτό το διάστημα δεν ήθελαν ν' αφήσουν τη μητέρα να δει το παιδί της· τέλος, τη μέρα της ταφής, της το έφεραν μέσα σ' ένα φέρετρο. "Μα τότε δεν ήταν νεκρό, σας λέω. Ζούσε, είχε αίμα στα μάγουλά του και κούνησε μερικές φορές τα δάχτυλα του αριστερού χεριού του". Παρά τον θρήνο της μητέρας, πήραν το παιδί και το έθαψαν. Ο οικογενειακός γιατρός και η μαμή φρόντισαν για όλα. ΚΡΥΦΟΣ ΠΟΝΟΣ Κάτι μ' έσπρωχνε παρά τη θέλησή μου. Αισθανόμουν πως ήμουν δυσάρεστα συγκινημένος και πέρασα μπροστά από το βαγόνι του. Μα ενώ προχωρούσα, σκέφτηκα ξαφνικά πως θα μπορούσε να πιστέψει ότι τον φοβόμουν. Επειδή ήμουν κατά πολλά χρόνια μεγαλύτερος, δεν ήθελα να υποχωρήσω μπροστά στον παράξενα ενδιαφέροντα αυτόν άνθρωπο. Γύρισα πίσω, παριστάνοντας ότι έψαχνα ακόμα θέση στον συρμό, και σταμάτησα αδιάφορα και σαν να ήταν τυχαίο μπροστά στο βαγόνι του. Άνοιξα την πόρτα κι ανέβηκα. Το βαγόνι ήταν αδειανό. Εκτός από αυτόν δεν ήταν κανένας άλλος μέσα. Αφού ανέβηκα, πέρασα από μπροστά του και εκείνος μάζεψε τα πόδια του, για να μου κάνει χώρο, ενώ ταυτόχρονα με κοίταξε σαν να μη με είχε δει καθόλου, αν και ήμουν βέβαιος ότι λίγο πριν μου είχε γνέψει.

Κνουτ Χάμσουν ψευδώνυμο του Κνουτ Πέντερσον (Knut Pederson). Γεννήθηκε στο Γκάρμοστραετ που βρίσκεται κοντά στο Λομ το 1859 και πέθανε στο Νέρχελμ, κοντά στο Γκρίμσταντ το 1952. Νορβηγός μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και ποιητής, κάτοχος του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας (1920). Υπήρξε ηγετική φυσιογνωμία της νεορομαντικής εξέγερσης του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα και πέτυχε με το έργο του να ανακόψει την τάση προς τον έντονο νατουραλισμό στο μυθιστόρημα, όπου και διακρίθηκε. Γόνος αγροτικής οικογένειας έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια σ' ένα ψαροχώρι στο Χάμαρεϊ του Νόρλαντ, υπό την τυραννική επίβλεψη του θείου του. Σε ηλικία 15 ετών άρχισε τη μεγάλη περιπλάνησή του διασχίζοντας τη Νορβηγία και ασκώντας διάφορα επαγγέλματα. Με τον ίδιο τρόπο περιπλανήθηκαν δύο φορές στις ΗΠΑ (Β. Ντακότα, 1882, Σικάγο, 1886). Τα χρόνια αυτά ουσιαστικά φυτοζωούσε, ενώ παράλληλα διάβαζε πολύ. Το 1888 επέστρεψε στην Ευρώπη και εγκαταστάθηκε στην Κοπεγχάγη, όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος και ιδιωτικός δάσκαλος. Με το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημά του "Η πείνα" (1890), πάνω στη στέρηση, την αποξένωση αλλά και τις εσωτερικές ψυχικές παρορμήσεις, έγινε ευρύτερα γνωστός, και την ίδια επιτυχία γνώρισαν όλα τα επόμενα μυθιστορήματά του. Μετά την απονομή του βραβείου Νόμπελ, το 1920, κλείστηκε στον εαυτό του, προσπαθώντας να αφοσιωθεί στη συγγραφή. Ωστόσο, το όνομά του αμαυρώθηκε, τη δεκαετία του '30, καθώς υπό την επίδραση της συμπάθειας που έτρεφε προς τον Νίτσε και τους Γερμανούς και του έντονου αντισημιτισμού του, εξέφρασε ανοιχτά την υποστήριξή του προς τον Χίτλερ -παρόλο που ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι τα αισθήματά του ήταν περισσότερο αντιβρετανικά και λιγότερο φιλοχιτλερικά-, τάχθηκε υπέρ του εθνικοσοσιαλισμού και απομονώθηκε από τους συμπατριώτες του. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο παραπέμφθηκε σε δίκη, εγκλείστηκε σε ψυχιατρείο, αντί να φυλακιστεί, και τα περιουσιακά του στοιχεία κατασχέθηκαν. Πέθανε πάμπτωχος το 1952. Μετά το θάνατό του, η μνήμη του Χάμσουν αποκαταστάθηκε και σήμερα συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους σύγχρονους συγγραφείς.






e-mail Facebook Twitter