Εορτολόγιον Κωνσταντινουπολίτου προσκυνητού


Συγγραφέας : Γεδεών, Μανουήλ Ι., 1851-1943
Εκδότης : Μπαρμπουνάκης Χ.
Έτος έκδοσης : 2024
ISBN : 978-960-267-565-6
Σελίδες : 388
Κατηγορίες : Θεολογία Ιστορία

26.50 € 23.85 €




Το βαρυσήμαντο έργο χωρίζεται σε τέσσερα μέρη.

Το πρώτο μέρος περιέχει υπομνήσεις εκκλησιαστικών γεγονότων στην Κωνσταντινούπολη, που αρχίζουν χρονολογικά (Ιανουάριος-Δεκέμβριος) από το 330 έως το 1901. Αναγράφονται οι γεννήσεις και οι θάνατοι των ιστοριογράφων στους οποίους οφείλεται η απομνημόνευση πολλών γεγονότων. Εκδίδονται τέσσερα στιχουργήματα περί πυρκαγιών, που σημειώθηκαν στην Κωνσταντινούπολη: του Βαρνάβα Κυπρίου, του Κωνσταντίνου Καρατζά (1728) και του Κωνσταντίνου Δαπόντε (1755, 1756). Παρουσιάζονται τα σωζόμενα ιερά σκεύη και αρχιερατικά άμφια του πατριαρχικού ναού. Ακόμα τα άγια λείψανα του πατριαρχικού ναού, όπως τεμάχια των αγίων Χαραλάμπους, Τρύφωνος, Ιωάννου του Ελεήμονος, του οσίου Αντωνίου, του αγίου Ανθίμου του Σηλυβριανού και του αγίου Γεωργίου.

Το δεύτερο μέρος ασχολείται με το συναξάρι της Αγίας Εκκλησίας των Κωνσταντινουπολιτών, το οποίο περιέχει ακίνητες και κινητές εορτές τους έτους, στις οποίες γίνεται λόγος για ναούς και μονές, που τιμώνται στη μνήμη τους και στην περιοχή, που βρισκόταν και εόρταζαν. Τέλος, υπάρχουν συνάξεις κινητών εορτών κατά την περίοδο του Τριωδίου.

Το τρίτο μέρος παρουσιάζει ημερολόγιο πανηγύρεων της Κωνσταντινούπολης, των περιοχών εντός των τειχών της πόλεως, τον απέναντι και πέριξ, καθώς και των Πριγκηποννήσων. Επίσης εορτολόγιο πανηγύρεων από τον Ιανουάριο μέχρι τον Δεκέμβριο με σημαντικές εκκλησιαστικές και ιστορικές ειδήσεις περί ναών, αγιασμάτων, σωματείων, που εορτάζουν και πανηγυρίζουν.

Το τέταρτο μέρος περιέχει πατριαρχικά και κοινοτικά γράμματα από το 1601 έως το 1813. Συγκεκριμένα τόμο του Πατριάρχου Γρηγορίου Ε΄ περί των εκκλησιαστικών μεριδίων λεγομένων γεδικίων (στασιδίων) (1807) και κατάστιχο (1696-1804) του ναού της Θεοτόκου Καφατιανής. Γράμμα του Πατριάρχου Σαμουήλ Α΄ περί του ναού της Θεοτόκου Εγρίκαπι (1766) και έγγραφα της κοινότητας Μεγάλου Ρεύματος από το 1768 κ. εξ. Γράμματα των πατριαρχών Γρηγορίου Ε΄ (1798) και Νεόφυτου Ζ΄ περί της σχολής Μεγάλου Ρεύματος (1800), υποσχετικό ψαράδων (1797), γράμματα Ιωάννου Γεωργίου (1797) και Πατριάρχου Νεοφύτου Ζ΄ (1801), σημειώματα και έγγραφα περί της κοινότητας Σταυροδρομίου. Γράμματα πατριαρχών Τιμοθέου Β΄ (1615), Καλλινίκου Δ΄ περί των σχολών (1805), Γεράσιμου Γ΄ (1796) και Κωνσταντίου Α΄ (1831) περί των σχολών Μουχλίου, Γρηγορίου Ε΄ (1798), Ιερεμίου Δ΄ (1809) και Κυρίλλου ΣΤ΄ (1813) περί της σχολής Εδιρνέκαπι και Κυρίλλου ΣΤ΄ περί της σχολής Τζιβαλίου.


Ο Μανουήλ Ι. Γεδεών (Κωνσταντινούπολη 1851- Αθήνα 1943), ήταν λόγιος, συγγραφέας και ιστοριοδίφης, καθώς και μέγας χαρτοφύλακας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, από τους μεγαλύτερους μελετητές του Νεότερου Ελληνισμού. Μετά την αποφοίτησή του από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή, το 1869, ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Συνεργάστηκε αρχικά με την ελληνόφωνη εφημερίδα "Κωνσταντινούπολις", αλλά και με την τουρκόφωνη "Μικρά Ασία". Αργότερα εξέδωσε ο ίδιος δύο ελληνόφωνες εβδομαδιαίες εφημερίδες, την "Πρωία" (1876) και την "Ανατολή" (1877), όμως η εκδοτική του δραστηριότητα δεν κράτησε πολύ. Από το 1881 έως το 1923 υπήρξε μέλος της συντακτικής ομάδας της "Εκκλησιαστικής Αλήθειας", του επίσημου οργάνου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ενώ παράλληλα συνέχιζε την αρχειοδιφική και ιστορική έρευνα που είχε ξεκινήσει. Μεταξύ 1882-1885 και 1888-1890 διετέλεσε αρχισυντάκτης της "Εκκλησιαστικής Αλήθειας", ενώ από το 1902 έως το 1923, επίτιμος διευθυντής της. Στο περιοδικό αυτό δημοσίευσε πλήθος ιστορικών μελετών, χειρόγραφους κώδικες ανέκδοτους έως τότε, καθώς και πατριαρχικά σιγίλλια και εκκλησιαστικά έγγραφα. Το 1897 διορίστηκε Μέγας Χαρτοφύλαξ του Οικουμενικού Πατριαρχείου, έχοντας την ευκαιρία να αναδιφήσει το Πατριαρχικό αρχείο και να δημοσιεύσει πολύτιμο αρχειακό, ιστορικό και φιλολογικό υλικό. Το 1901 δέχθηκε και το οφίκιο του Χρονογράφου του Οικουμενικού Πατριαρχείου και το 1920 του Υπομνηματογράφου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. Το 1929 εξελέγη πρόσεδρο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στον τομέα της Βυζαντινής Ιστορίας. Επίσης ήταν μέλος της Ρουμανικής Ακαδημίας. Ο Μανουήλ Γεδεών ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την περίοδο του Μεσαίωνα, είναι δε χαρακτηριστικό ότι προτιμούσε να αποκαλείται μεσαιωνολόγος. Η συγγραφική του δραστηριότητα τον ανέδειξαν ως έναν από τους μεγαλύτερους Έλληνες ιστοριοδίφες. Χαρακτηρίστηκε δικαίως από ορισμένους ως ο "τελευταίος γνήσιος Φαναριώτης". (Πηγή: Wikipedia, ημερομηνία 8.4.2013)






e-mail Facebook Twitter