Ευρωατλαντικές σχέσεις


Συγγραφέας : Ήφαιστος, Παναγιώτης Αρβανιτόπουλος, Κωνσταντίνος Π.
Εκδότης : Ποιότητα
Έτος έκδοσης : 2003
ISBN : 978-960-7803-07-8
Σελίδες : 284
Σχήμα : 17x24
Κατηγορίες : Ευρώπη - Σχέσεις - Αμερική

24.00 € 17.76 €




Το βιβλίο αυτό αποτελεί το µόνο κείµενο στην ελληνική βιβλιογραφία που εξετάζει διεξοδικά το σύνολο σχεδόν των πολιτικών και των στρατηγικών παραγόντων και κριτηρίων που διαµορφώνουν τον ευρωατλαντικό χώρο, που υπήρξε κεντρικός άξονας γύρω από τον οποίο διαµορφώθηκε το µεταπολεµικό διεθνές σύστηµα. Σε ιστορικό και σύγχρονο πλαίσιο εξετάζονται διαδοχικά οι σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης, οι ιστορικοπολιτικές παράµετροι και το στρατηγικό υπόβαθρο της Ατλαντικής Συµµαχίας, η εξέλιξη των στρατηγικών των ευρωπαϊκών δυνάµεων και της ευρωπαϊκής αµυντικής ταυτότητας, ο καθοριστικός ρόλος της βρετανικής διπλωµατίας στην οικοδόµηση του ευρωατλαντικού βάθρου ισχύος, οι γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές θεωρήσεις που ερµηνεύουν το ευρωατλαντικό σύστηµα, τα προβλήµατα στις σχέσεις ΗΠΑ και Ευρώπης, το γερµανικό ζήτηµα και η εξέλιξη τόσο της Ατλαντικής Συµµαχίας όσο και της ευρωπαϊκής αµυντικής ταυτότητας τη δεκαετία του 1990.
Περιεχόμενα:

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Η ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΑΤΛΑΝΤΙΚΟΥ ΒΑΘΡΟΥ ΙΣΧΥΟΣ ΣΕ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
  • Εισαγωγή
  • Απαρχές του ευρωατλαντικού χώρου και αµερικανική πολιτική σψέψη
  • Η διστακτική και αδέξια είσοδος των ΗΠΑ στη διεθνή πολιτική προς τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα
  • Η γεωπολιτική θεώρηση των ευρωατλαντικών σχέσεων πριν και µετά τον Δεύτερο Παγκόσµιο Πόλεµο και τα βασικά στρατηγικά και θεσµικά χαρακτηριστικά
  • Τα αίτια και ο καταλυτικός ρόλος της Μεγάλης Βρετανίας στην οικοδόµηση του ευρωατλαντικού βάθρου ισύος
  • Θεµελιώδη θεσµικά και γεωπολιτικά χαρακτηριστικά του ευρωατλαντικού χώρου στο µεταίχµιο του Ψυχρού Πολέµου
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΕΥΡΩΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ: 1945-1989
  • Η περίοδος µετά τον Δεύτερο Παγκόσµιο Πόλεµο
  • Ο «ατλαντικός συνεταιρισµός» της Κυβέρνησης Κέννεντυ
  • Η στρατηγική του Ντε Γκωλ
  • Η περίοδος 1968-1973 – Το EUROGROUP
  • 1973 – Το Έτος της Ευρώπης
  • Ο πόλεµος στη Μέση Ανατολή το 1973 και η πετρελαϊκή κρίση: επιπτώσεις στις ευρωατλαντικές σχέσεις
  • Η περίοδος 1974-1989: Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία και ευρωαµερικανικές σχέσεις
  • Συµπεράσµατα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΟΙ ΕΥΡΩΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΨΥΧΡΟ ΠΟΛΕΜΟ
  • Η αναδιαµόρφωση της αµερικανικής στρατηγικής
  • Ιδεολογικά ρεύµατα στη διαµόρφωση της αµερικανικής στρατηγικής µετά τον Ψυχρό Πόλεµο: Διεθνής Παρεµβατισµός ή Αποµονωτισµός;
  • Ιδεολογική Νοµιµοποίηση του Διεθνούς Παρεµβατισµού: Φιλελεύθερος Ιδεαλισµός και Πολιτικός Ρεαλισµός
  • Οι ευρωαµερικανικές σχέσεις µετά τον Ψυχρό Πόλεµο
  • Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ
  • Πεδία ανταγωνισµού στις ευρωαµερικανικές σχέσεις µετά τον Ψυχρό Πόλεµο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΜΕΡΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΤΛΑΝΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΥΡΩΑΤΛΑΝΤΙΚΟ ΧΩΡΟ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1990 ΚΑΙ ΜΕΡΙΚΕΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΘΕΩΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
  • Εισαγωγή
  • Σηµαντικοί σταθµοί στη µετεξέλιξη του ευρωατλαντικού χώρου τη δεκαετία του 1990
  • Ασύµµετρες σχέσεις, ασύµµετρες εξαρτήσεις, πελατειακές σχέσεις και το µέλλον των ευρωατλαντικών σχέσεων
  • Μερικά συµπεράσµατα στη βάση κλασικών θεωρήσεων των διεθνών σχέσεων


Κριτικές:

Ο ευρωατλαντικός χώρος είναι το διεθνές περιβάλλον, το οποίο ήταν βασικός πρωταγωνιστής του ιστορικού γίγνεσθαι του 20ού αιώνα και το οποίο αναµένεται να διαδραµατίσει καθοριστικό ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις και κατά τον 21ο αιώνα, καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση ισχυροποιείται συνεχώς µέσω του ευρώ, της διεύρυνσης και της πολιτικής ενοποίσης. Η µελέτη των δύο συγγραφέων εξετάζει σε βάθος τους γεωπολιτικούς και γεωστρατηγικούς παράγοντες που διαµορφώνουν το θεσµικό, πολιτικό και στρατηγικό πλαίσιο του ευρωατλαντικού χώρου. Επίσης, αναλύει τον τρόπο µε τον οποίο η µετεξέλιξη του συστήµατος επηρέασε την Ευρωπαϊκή Αµυντική και θεσµική – πολιτική µετεξέλιξη της Ατλαντικής Συµµαχίας. Δεν απαντά όµως στο «ευρωατλαντικό δίληµµα»: σε ποιο βαθµό θα φτάσει η «ανεξαρτητοποίηση» της ενωµένης Ευρώπης σε θέµατα άµυνας και ασφάλειας και πόσο θα επηρεάσει αυτό το ρόλο του ΝΑΤΟ, αλλά και του ευρωατλαντικού χώρου τον 21ο αιώνα.

Σωτήρης Ντάλης, Οικονοµικός Ταχυδρόµος



Το τέλος του Ψυχρού Πολέµου δε σηµατοδότησε µόνο την απορύθµιση του χαλαρού διπολισµού αλλά και τη µετεξέλιξη µίας σειράς κρίσιµων θεµάτων, τα οποία υπήρξαν κατά µία έννοια πτυχές ή και ιστορικά παρεπόµενα της µείζονος σύγκρουσης µεταξύ Δύσης και Ανατολής. Ο ευρωατλαντικός χώρος χωρίς αµφιβολία αποτέλεσε το πλέον σηµαντικό στοιχείο στην πολιτικο-ιδεολογική και στρατιωτική αντιπαράθεση µεταξύ των δύο Υπερδυνάµεων µετά τη λήξη του Β’ ΠΠ (1945). Για πολλούς µελετητές, και όχι µόνο για όσους προέρχονται από τον κλάδο της Γεωπολιτικής, ο ευρωατλαντικός χώρος είναι το επίκεντρο του «ιστορικού γίγνεσθαι» στον 20ό αιώνα (αυτό άραγε δε συνέβαινε και στους προηγούµενους αιώνες, όπου οικοδοµήθηκε και το σύστηµα της Βεστφαλίας, 1648;). Με βάση αυτή την παραδοχή τα βιβλία των Κ. Αρβανιτόπουλου και Π. Ήφαιστου είναι µία καίρια συµβολή στην εξέταση και κατανόηση του ρόλου των ΗΠΑ πριν και µετά τον Ψυχρό Πόλεµο τόσο στις γεωστρατηγικές ισορροπίες στο κέντρο-περίµετρο της Ευρασίας όσο και στη διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στο εσωτερικό του ευρωατλαντικού κοινωνικού και πολιτικού γίγνεσθαι.
Η κριτική παρουσίαση των 5 βιβλίων θα γίνει µε άξονα τις Ευρωατλαντικές Σχέσεις, εφόσον στο εν λόγω βιβλίο οι δύο Έλληνες διεθνολόγοι συνοψίζουν µεγάλο µέρος της µέχρι τώρα δουλειάς τους για το ρόλο των ΗΠΑ στο ευρωπαϊκό σύστηµα άµυνας και ασφάλειας. Το βιβλίο αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια εκ των οποίων το πρώτο και το τέταρτο έχει γράψει ο Π. Ήφαιστος ενώ το δεύτερο και το τρίτο ο Κ. Αρβανιτόπουλος. Ωστόσο, το παραγόµενο αποτέλεσµα είναι ένα «ενιαίο» κείµενο, το οποίο τέµνει τις ευρωατλαντικές σχέσεις από διαφορετικές, κάθε φορά, χρονικές και θεµατικές οπτικές γωνίες.
Το σηµείο εστίασης του ευρωατλαντικού ή διατλαντικού συστήµατος είναι η Ατλαντική Συµµαχία ή αλλιώς ΝΑΤΟ (1949). Η Ατλαντική Συµµαχία ορίζεται σαν ένας συνδυασµός ισχύος των ναυτικών δυνάµεων στο πλέγµα ισορροπιών ισχύος και συµφερόντων του ευρασιατικού χώρου. Οι επιµέρους διαστάσεις του ΝΑΤΟ, οι οποίες ορίζουν σε µεγάλο βαθµό και το περιεχόµενο των ευρωατλαντικών σχέσεων, είναι οι εξής:
  • Οι φιλοσοφικοί και ιδεολογικοί παράγοντες που συνδέονται µε τη δηµιουργία του αµερικανικού κράτους και συνεχίζουν και σήµερα να επηρεάζουν καταλυτικά την πολιτική σκέψη των αµερικανών ηγετών (τα ιδεολογικά ρεύµατα µε άλλα λόγια της αµερικανικής εξωτερικής πολιτικής).
  • Η ιστορική και γεωπολιτική προοπτική της ισορροπίας ισχύος και συµφερόντων στον ευρωατλαντικό χώρο.
  • Τα πολιτικά και θεσµικά µορφώµατα του ευρωατλαντικού συστήµατος ασφάλειας πριν και µετά το τέλος του Ψυχρού Πολέµου.
  • Οι Υψηλές Στρατηγικές των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάµεων σε συνάρτηση µε το νέο ρόλο του ΝΑΤΟ στον ευρωατλαντικό χώρο και πέραν αυτού.
«Η ιστορική διάσταση των ευρωατλαντικών σχέσεων», γράφει ο Π. Ήφαιστος, «αναφέρεται σε δύο βασικές πτυχές. Πρώτον, στην ανατολική όχθη του Ατλαντικού, το σύστηµα ισορροπίας ισχύος ανέδειξε το σύγχρονο διακρατικό σύστηµα. Δεύτερον, στη δυτική όχθη του Ατλαντικού, η απόσχιση των δεκατριών επαρχιών και η ανάπτυξη του κράτους των Ηνωµένων Πολιτειών εις βάρος των γειτονικών κρατών το 18ο και 19ο αιώνα δηµιούργησε µία νέα πραγµατικότητα, τα αποτελέσµατα της οποίας έγιναν αισθητά µόλις στις αρχές του 20ού αιώνα». Η προσέγγιση των ευρωατλαντικών σχέσεων προϋποθέτει να κατανοήσουµε ότι η διαδικασία του εθνοκρατικού γίγνεσθαι εκατέρωθεν του Ατλαντικού υπήρξε πολύ διαφορετική. Το κράτος των ΗΠΑ είναι αποτέλεσµα µίας ιστορικά µοναδικής εξάπλωσης και γιγάντωσης µίας νέας πολιτειακής οντότητας σε ένα µεγάλο τµήµα του πλανήτη, η οποία πραγµατοποιήθηκε µε έλλειµµα εξισορρόπησης, δηλαδή ηγεµονικά, χρησιµοποιώντας στο ηγετικό ιδεολογικό-διακηρυκτικό επίπεδο ένα sui generis µείγµα ιδεαλισµού και ρεαλισµού και στο πρακτικό επίπεδο στην καλύτερη περίπτωση την τεχνική της αφοµοίωσης-συρρίκνωσης, ενώ στη χειρότερη την τεχνική της εξόντωσης (γενοκτονία) των πληθυσµών του Δυτικού Ηµισφαιρίου. Στην Ευρώπη, αντίθετα, το σύστηµα ισορροπίας της ισχύος, που διήρκησε από το 1648 µέχρι και τον Α’ ΠΠ (το µοντέλο της Βεστφαλίας), εξισορρόπησε κάθε τάση ηγεµονισµού και αναθεωρητισµού, συντελώντας καθοριστικά στην κοινωνική και πολιτειακή ετερότητα της ανατολικής όχθης του Ατλαντικού.
Η ιστορική εξάπλωση των ΗΠΑ στο Δυτικό Ηµισφαίριο και κατ’ επέκταση ο ρόλος του αµερικανικού κράτους στην καρδιά ή στην περίµετρο της Ευρασίας δεν µπορούν να κατανοηθούν χωρίς την πρότερη ιδεολογική και γεωπολιτική θεώρηση της αµερικανικής εθνογένεσης. Οι founding fathers της Αµερικανικής Επανάστασης, που κάποιοι διετέλεσαν και Πρόεδροι των ΗΠΑ (Adams, Jefferson), κατάφεραν µέσα από τις στοχαστικές τους διαµάχες να συγκροτήσουν και να κληροδοτήσουν σε όλες ανεξαιρέτως τις επόµενες γενιές των Αµερικανών πολιτικών ηγετών ένα ιδιόρρυθµο εθνικό εγωισµό, που κυµαίνεται ανάµεσα σε δύο ιδεολογικούς άξονες:
  • Αµερικανικός Μεγαλοϊδεατισµός:Ισχύς, βία και εθνικό συµφέρον είναι οι µόνες ρυθµιστικές αρχές του διεθνούς συστήµατος.
  • Αµερικανικός Ιδεαλισµός:Η ανθρώπινη λογική, η αυτοδιάθεση των εθνοτήτων, η πίστη στη δηµοκρατική κοινή γνώµη, η αρµονία των συµφερόντων και η δέουσα διεθνής οργάνωση µπορούν να δηµιουργήσουν µία νέα ειρηνική και οικουµενική τάξη πραγµάτων.
Η συµβολή των Ήφαιστου και Αρβανιτόπουλου είναι πολύ σηµαντική προς αυτή την κατεύθυνση. Ο Π. Ήφαιστος µε την έννοια του πεπρωµένου του έθνους στο οµώνυµο βιβλίο του - έννοια που σηµάδεψε ανεξίτηλα την αµερικανική ιστορία και την αµερικανική εξωτερική πολιτική και σύµφωνα µε την οποία οι ιδεαλιστικές αρχές της Αµερικανικής Επανάστασης µετατράπηκαν σε ιδεολογικό εργαλείο επέκτασης, κατάκτησης και επιρροής – και ο Κ. Αρβανιτόπουλος µε τη µελέτη των ιδεολογικών ρευµάτων που επηρέασαν τη διαµόρφωση και τη λήψη αποφάσεων στις εξωτερικές υποθέσεις των ΗΠΑ µέχρι και τις µέρες µας – το ιδεολογικό εκκρεµές ανάµεσα στο γεωγραφικά προσδιορισµένο αποµονωτισµό και στην ιεραποστολική διπλωµατία– κάλυψαν σε πολύ µεγάλο βαθµό αυτό το «παράδοξο» της αµερικανικής εθνογένεσης, που έµελλε να επηρεάσει και τις τύχες του υπόλοιπου κόσµου, ιδίως µετά την είσοδο των ΗΠΑ στον Α’ ΠΠ (1917) και εντεύθεν. Συµπερασµατικά θα λέγαµε ότι από το δόγµα Μονρόε (1820) µέχρι το «δόγµα» Woodrow Wilson (1913-1921) και από τον αποµονωτικό ιδεαλισµό του Τζορτζ Ουάσινγκτον µέχρι την έννοια της democracy by force του Bill Clinton ο εθνικός εγωισµός των ΗΠΑ υπήρξε τα τελευταία 200 χρόνια το δεσπόζον σηµείο αναφοράς της διεθνούς πολιτικής.
Ο όρος Γεωπολιτική, η µέθοδος δηλαδή ανάλυσης της εξωτερικής πολιτικής, η οποία κατανοεί, ερµηνεύει και προβλέπει τη διεθνή πολιτική συµπεριφορά µε γεωγραφικές παραµέτρους, όπως η τοποθεσία, ο πληθυσµός, η τοπογραφία, οι πρώτες ύλες κλπ, ήταν για πολλές δεκαετίες αρνητικά φορτισµένος, εξαιτίας της ιστορικής του ταύτισης µε τη γερµανική Σχολή της Γεωπολιτικής και το Ινστιτούτο Γεωπολιτικής του Μονάχου (1924), υπό την καθοδήγηση του Karl Hauhofer, ο οποίος υπηρέτησε το ναζιστικό καθεστώς του Hitler. Ωστόσο, η «ψευδοεπιστήµη» του lebensraum δεν µπορούσε να αναχαιτίσει µία µορφή στρατηγικής κουλτούρας, οι ρίζες της οποίας ανιχνεύονται στην Αρχαία Ελλάδα.
Η αγγλοσαξονική Σχολή της Γεωπολιτικής, που ενίοτε καλείται και πολιτική γεωγραφία, αποτελεί έναν από τους βασικούς κλάδους των Διεθνών Σχέσεων, που στη µεταψυχροπολεµική εποχή, µε την ενδυνάµωση του νεοφιλελευθερισµού και των θεωρητικών της αλληλεξάρτησης, έχει ενδυθεί τις µορφές της γεωοικονοµίας και της γεοπληροφορικής. Η γεωπολιτική είναι, όπως και η επιστήµη των Διεθνών Σχέσεων, αγγλοσαξονικό επίτευγµα. Ο Βρετανός Sir Mackinder, επισηµαίνοντας τη σηµασία και την πρωτοκαθεδρία των ναυτικών δυνάµεων έναντι των ηπειρωτικών, διατύπωσε τη θεωρία της καρδίας της Γης, εννοώντας το χώρο που καταλαµβάνει η Κεντρική Ασία, έχοντας στο επίκεντρο της σκέψης του τη µεγάλη Βρετανική Αυτοκρατορία και το «προαιώνιο» πρόβληµα της εξισορρόπησης της Γερµανίας και της Ρωσίας. Η πολύ γνωστή του ρήση είναι αποκαλυπτική της νοµοτέλειας που πρέσβευε και συνεχίζει να πρεσβεύει η Γεωπολιτική:«όποιος κυβερνά την Ανατολική Ευρώπη κυριαρχεί στην καρδιά της Γης. Όποιος κυβερνά στην καρδιά της Γης κυριαρχεί στην Παγκόσµια Νήσο (=Ευρασία). Όποιος κυβερνά την παγκόσµια νήσο κυριαρχεί στον Κόσµο». Τη σκυτάλη από το Mackinder πήρε ο Αµερικανός Spykman, o πατέρας της αµερικανικής Σχολής της Γεωπολιτικής, που εισηγήθηκε την έννοια της περιµέτρου της Ευρασίας, η οποία προδιέγραψε το διεθνή ρόλο των ΗΠΑ µεταπολεµικά, µε κύριο σκοπό της εξισορρόπηση της Σοβιετικής Ένωσης. Η θεωρία του Spykman και η δική του γεωπολιτική ρήση:«όποιος ελέγχει την περίµετρο κυριαρχεί στην Ευρασία. Όποιος κυριαρχεί στην Ευρασία ελέγχει τις τύχες του κόσµου» αποτέλεσαν τη θεωρητική και την ιδεολογική βάση:
  • Για τη διατύπωση της αµερικανικής µεταπολεµικής στρατηγικής της ανάσχεσης του σοβιετικού αναθεωρητισµού από τον George Kennan.
  • Για τη συνεπαγόµενη από το δόγµα Kennan αµερικανική πολιτική των συµµαχιών στην Ευρώπη (NATO), στη Δυτική Ασία (CENTO) και στην Ανατολική Ασία (SEATO)=η στρατηγική της περικύκλωσης της ΕΣΣΔ.
  • Τέλος, για τη επέµβαση των αµερικανικών στρατευµάτων στην Κορέα και στο Βιετνάµ.
Όπως πολύ εύστοχα υποστηρίζει ο Κ. Αρβανιτόπουλος στα κεφάλαια 2 και 3 των Ευρωατλαντικών Σχέσεων, στα οποία πραγµατεύεται τα όρια και τις αντιφάσεις των πολιτικών και θεσµικών µορφωµάτων της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας από το τέλος του Β’ ΠΠ µέχρι σήµερα, οι ευρωαµερικανικές σχέσεις ήταν η εξαρτηµένη µεταβλητή µέσα στο ανεξάρτητο σύστηµα του Ψυχρού Πολέµου. Χωρίς αυτή την αξιωµατική παραδοχή είναι µάλλον αδύνατο να καταλάβουµε τόσο το ρόλο των ΗΠΑ στις ευρωπαϊκές υποθέσεις τα τελευταία πενήντα χρόνια, και κατ’ επέκταση την ίδια τη στρατηγική φιλοσοφία των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάµεων, όσο και το κρίσιµο εγχείρηµα της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης. Αν δεχτούµε δηλαδή την υπόθεση ότι το εγχείρηµα της ΕΕ υπήρξε το ιστορικό αντίδοτο του γερµανικού προβλήµατος ή των διληµµάτων ασφαλείας και των συνεχών εθνικοποιήσεων που προκαλούσαν αυτά στις πολιτικές ασφάλειας των Μεγάλων Δυνάµεων της Ευρώπης τότε πρέπει να δεχτούµε ως ισχυρό αξίωµα το γεγονός ότι το εν λόγω εγχείρηµα πραγµατοποιήθηκε µέσα σε ένα «στρατηγικό θερµοκήπιο», ο κύριος στυλοβάτης (εµπνευστής του ήταν η Μεγάλη Βρετανία) του οποίου υπήρξαν και συνεχίζουν να είναι οι ΗΠΑ.
Η δαιδαλώδης πολιτικο-οικονοµική εξέλιξη του ευρωπαϊκού οµοσπονδιακού, ή σύµφωνα µε άλλους διακυβερνητικού, οράµατος από το Σύµφωνο της Δουγκέρκης (1947) µέχρι και σήµερα προσκρούει ακριβώς επάνω σε αυτή την εγγενή αδυναµία της ευρωπαϊκής συσσωµάτωσης να αποκτήσει µία σαφή πολιτική υπόσταση, η οποία θα προέρχεται από τη δέσµευση των Μεγάλων Δυνάµεων να εκχωρήσουν το κρίσιµο κοµµάτι της υψηλής πολιτικής τους (άµυνα, ασφάλεια, διπλωµατία) σε ένα ανώτερο πολιτειακού χαρακτήρα θεσµικό όργανο, που θα ενεργεί εξ ονόµατος της ΕΕ και όχι προς όφελος των επιµέρους εθνικών συµφερόντων. Το τέλος του Ψυχρού Πολέµου υπήρξε αναµφισβήτητα ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για την πολιτική ολοκλήρωση της Ευρώπης. Ωστόσο, όπως εύστοχα γράφει ο Κ. Αρβανιτόπουλος, η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία και η Γερµανία δεν κατάφεραν να δώσουν στις ευρωατλαντικές σχέσεις ένα ευρωπαϊκό χρώµα. Η βελούδινη γερµανική επανένωση και η πολυπρόσωπη κρίση της Γιουγκοσλαβίας έδειξαν, τουλάχιστον µέχρι σήµερα, ότι ο ατλαντισµός παραµένει το κυρίαρχο έµβολο του ευρωατλαντικού βάθρου ισχύος.
Το κενό ισχύος που σίγουρα θα σηµατοδοτούσε η αποχώρηση του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ από την Ευρώπη δε θα µπορούσε να αντιµετωπιστεί αποτελεσµατικά από τις τρεις µείζονες ευρωπαϊκές δυνάµεις, όπως έδειξε ξεκάθαρα η δεκαετία του 1990. Ιστορικά και κυρίως γεωπολιτικά σύνδροµα συντηρούν το ευρωπαϊκό έλλειµµα στον τοµέα της εξωτερικής και αµυντικής πολιτικής, ιδιαίτερα σε µία περίοδο που οι ΗΠΑ φαίνεται να παίζουν ανοικτά πλέον έναν ηγεµονικό ρόλο στο διεθνές σύστηµα. Όσο κατά συνέπεια, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Π. Ήφαιστος, ο κοινοτισµός θα είναι ένα εργαλειακό και µηχανιστικό σύµπτωµα της οικονοµικής ενοποίησης της Ευρώπης και όχι µία πολιτική πράξη µε συγκεκριµένα πολιτειακά και θεσµικά χαρακτηριστικά, ο ρόλος των ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή ασφάλεια θα είναι όχι απλά ηγεµονικός, αλλά πολύ κρίσιµος για την ειρήνη στην Ευρώπη. Ο ειρηνοποιός ρόλος των ΗΠΑ (διαδεδοµένη πλέον θέση του Joffe Josef) προσδίδει αναµφίβολα στην Αµερική ένα αλαζονικό ύφος στις εξωτερικές της σχέσεις, υποδηλώνει όµως και την αναγκαιότητα µίας συστηµικής εξισορρόπησης του ηγεµονισµού των ΗΠΑ, από έναν πόλο ισχύος, που, όπως η ΕΕ, έχει το υλικό και ιδεολογικό σθένος πλέον αλλάξει τον ιστορικό ρου. Τα παραπάνω πονήµατα αναδεικνύουν ακριβώς αυτή την τόσο κρίσιµη πτυχή των ευρωατλαντικών σχέσεων, δίνοντας τη δυνατότητα στην ελληνική ακαδηµαϊκή και πολιτική κοινότητα να στοχαστεί κριτικά και πρωτότυπα επάνω στο ευρωπαϊκό όραµα και στο ρόλο των ΗΠΑ στην Ευρασία και ως εκ τούτου να δώσει στην Ελλάδα την ευκαιρία να διεκδικήσει τη θέση της σοβαρής και κυρίως αξιόπιστης δύναµης στα πολύ ζωτικά για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια υποσυστήµατα των Βαλκανίων, της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.

Πρωτοδηµοσιεύτηκε στην Επιθεώρηση Φιλελεύθερη Έµφαση, τεύχ. 8-9, 2001, σ. 202-207 και εκ νέου σε νέα µορφή στο βιβλίο του Σπύρου Μακρή, Πολιτικά και Διεθνολογικά, Αθήνα: Ειδική Εκδοτική, 2003/Μία έκδοση της Επιθεώρησης Εξωτερικά Θέµατα.

Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου και γενικός διευθυντής του "Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής".






e-mail Facebook Twitter