Η Τριλογία της Μοναξιάς
Η μοναξιά και η απομόνωση του σύγχρονου ανθρώπου,
η απρόσωπη και τυποποιημένη εποχή μας καταγράφονται στη ζωή και στην καθημερινότητα των ανθρώπων,
που ανήκουν σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις και που
συναντώνται ύστερα από μια παράξενη συγκυρία.
Ο θεατρικός λόγος ανιχνεύει τους ψυχικούς κραδασμούς
των πρωταγωνιστών.
Η Σοφίτα (Μονόπρακτο)
Πρώτο βραβείο κειμένου και πρώτο βραβείο γυναικείου
ρόλου στο 6ο φεστιβάλ Ιθάκης –Υπουργείο Πολιτισμού
και Επιστημών – (1981)
Μονόπρακτο Δράμα
***
Ο Γιώργος Χατζηδάκης, κριτικός θεάτρου είχε γράψει για τη Σοφίτα:
Ευφυής δραματική σύλληψη, καταγγελία της υπολογιστικής κυριαρχίας της εποχής μας και ονειδισμός της απάθειας. Θα είχε ενδιαφέρον να βλέπαμε το έργο της Κωνσταντίνας Δούκα κάποτε ως λιμπρέτο σε χορόδραμα.
***
O Λέανδρος Πολενάκης, θεατρολόγος, συγγραφέας, κριτικός θεάτρου μεταξύ άλλων είχε γράψει για τη Σοφίτα:
Η Σοφίτα έχει αφαιρετικότητα, δουλεμένους διαλόγους, ξέρει να κρατά το ενδιαφέρον του θεατή, είναι ένα «σωστό» και πλήρες εκτεταμένο μόνόπρακτο, που δεν υποκύπτει στον πειρασμό να θελήσει να μπει στα χωράφια των πολύπρακτων έργων.
***
Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε στην Πειραματική Σκηνή
του Εθνικού Θεάτρου την περίοδο 1997 – ’98.
-------------------
Ο Επισκέπτης (Μονόπρακτο)
Βασισμένο στο διήγημα της συγγραφέως
«Η μοναξιά του οπλουργού»
Επιστολή του Τίτου Βανδή προς τη συγγραφέα
Κυρία Δούκα,
Το κομμάτι που διάβασα, ο Επισκέπτης, έχει ένα δυνατό ρεαλισμό που το αποτέλεσμά του που είναι ποίηση και μαγεία σε ξαφνιάζει.
--------------------------
Ο Άγνωστος του Τρένου (Μονόπρακτο)
Βασισμένο σε ομώνυμο διήγημα της συγγραφέως
Από τον πρόλογο του Κωνσταντίνου Μπούρα, ποιητή, θεατρολόγου, κριτικού
Με θεματολογία κι αισθητική ανάλογη των διηγημάτων του Αντώνη Σαμαράκη, με απλή κατανοητή (σχεδόν «καθημερινή») γλώσσα η πολλάκις και πλειστάκις θεατρογράφος και διηγηματογράφος Κωνσταντίνα Δούκα ανιχνεύει με άλλοτε σουρεαλιστικό κι άλλοτε ποιητικώς «παράλογο» τρόπο την αλλοτρίωση του ανθρώπου στο απογυμνωμένο από αισθήματα αστικό τοπίο.
Το τρένο που μεταφέρει τους δυστυχισμένους ανθρώπους από τις πληκτικές δουλειές τους σε σπίτι-φυλακές (και τ’ ανάπαλιν) γίνεται το σημείο συνάντησης κι αναγκαστικής θα έλεγα κοινωνικοποίησης όντων που φοβούνται ακόμα και τη σκιά τους, απειλούμενα από τους πάντες, ειδικά από τον ίδιο τον εαυτό τους.
Ωραίο το εύρημα του Αγνώστου, του ρομαντικού συνεπιβάτη, που συνομιλεί με τη Φύση και τα στοιχεία της, χωρίς να νοιάζεται για τα στοιχεία και τους δαίμονες του Συλλογικού Ασυνείδητου. Αυτό το είδωλο, το διπλό μετείκασμα μιας ζήσης βυθισμένης στην πλήξη, χαμένης και ξανακερδισμένης, δίνει μιαν άλλη, ποιητική προοπτική σε αυτό το κατά τα άλλα γοργό και κινηματογραφικό μονόπρακτο «ταχυδράμα», που λειτουργεί ως μετωνυμία για κάτι ευρύτερο κι ασύλληπτο από το μυαλό μας.
Δεν υπάρχει προοπτική, είναι όλα καφκικά, κλειστά, μπεκετικά και παράλογα. Ο Ιονέσκο δεν έχει καμιά δουλειά εδώ, γιατί το χιούμορ είναι απόν κι η ειρωνεία μελοδραματική.
Υψηλής δραματικής συμπυκνώσεις φράσεις, ηχούν απολύτως αληθοφανώς χάρη στο θεατρικό τάλαντο της προικισμένης από τις Μούσες Κωνσταντίνας Δούκα που ξέρει να μετουσιώνει την καθημερινή ανθρώπινη λαλιά σε λόγο δραστικό κι απογειωμένο, βιτριολικό και σκηνικώς εναργή.
Φαίνεται ότι δεν μπορούν και δεν πρέπει να γράφουν
όλοι οι άνθρωποι θέατρο. Είναι άλλη η τέχνη του διηγήματος-μικρής φόρμας και άλλη η θεατρική γραφή. Απόδειξη
πως μεγάλοι πεζογράφοι και διηγηματογράφοι (διεθνώς)
βλέπουν (σε εισαγωγικά) μετά θάνατον το έργο τους να
περνά από κατάλληλα δραματουργικά φίλτρα και κρησάρες και να ανεβαίνει με επιτυχία στα θέατρα όλου του κόσμου.
Σπανίως ο ίδιος άνθρωπος είναι πετυχημένος πεζογράφος, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Μόνον ο Μπέκετ τα κατάφερε, ο Ευριπίδης και ο Στρίντμπεργκ. Η Κωνσταντίνα Δούκα είναι εξαίρετη και μοναδική, μια γνήσια δραματική φωτιά που μετουσιώνει τη νεοελληνική μιζέρια μας σε χώρα ουτοπική του μύθου (ακριβώς όπως όλοι οι σύγχρονοι λογοτέχνες θα έπρεπε να κάνουν, έστω κι εξ αντιθέτου!).