Η υπόθεση Μόρο


Συγγραφέας : Sciascia, Leonardo, 1921-1989
Μεταφραστής : Τριανταφύλλου, Σώτη, 1957-
Εκδότης : Εκδόσεις Πατάκη
Έτος έκδοσης : 2002
ISBN : 978-960-16-0508-1
Σελίδες : 259
Σχήμα : 21x14
Κατηγορίες : Πολιτική - Ιταλία
Σειρά : Κόσμος Κοινωνικές και Πολιτικές Επιστήμες

13.96 € 10.47 €




Η δολοφονία του προέδρου της ιταλικής Χριστιανοδημοκρατίας Άλντο Μόρο τον Μάιο του 1978 ήταν το αποτέλεσμα δύο εγκληματικών πράξεων. Αυτό υποστηρίζει ο Λεονάρντο Σάσα σε αυτό το χρονικό, όπου περιγράφει την ομηρία του Μόρο στη λεγόμενη «φυλακή του λαού» και την αδικαιολόγητα (και ύποπτα) «σκληρή» στάση της ιταλικής κυβέρνησης που αρνείται να τον ανταλλάξει με δεκατρείς κρατούμενους Ταξιαρχίτες: ο Μόρο ένας μετριοπαθής θρησκευόμενος επαγγελματίας πολιτικός– βλέπει, από τη θέση του αιχμαλώτου, τους φίλους του να τον εγκαταλείπουν, να τον θυσιάζουν και να εκμεταλλεύονται τον θάνατό του. Οι αξίες του καταρρέουν: το Βατικανό του γυρίζει την πλάτη και όλοι σιωπούν· ο Μόρο, από πολιτικός ηγέτης γίνεται ένα πλάσμα μοναχικό και ανήμπορο μπροστά στον θάνατο. Πέρα από ένα γεγονός που σηματοδοτεί την οριστική μεταμόρφωση των Ερυθρών Ταξιαρχιών σε μια συμμορία από μανιακούς δολοφόνους («που μπέρδεψαν την ανθρωποκτονία με την επανάσταση»), η «υπόθεση Μόρο» είναι μια ανθρώπινη τραγωδία. Όχι επειδή ένας άνθρωπος εκτελέστηκε, αλλά επειδή το κόμμα του, η εκκλησία του, η χώρα του συνέχισαν αδιάφορα την πορεία τους, όπως αδιάφορα γυρίζουν οι πλανήτες γύρω από τον εαυτό τους. Ακόμα, πρόκειται για μια κοινωνική τραγωδία: τόσο αίμα, τόσα «επαναστατικά» λόγια, τόσοι αγώνες κατέληξαν στο αντίθετο αποτέλεσμα από εκείνο που, θεωρητικά, επιζητούσαν οι Ερυθρές Ταξιαρχίες. Την ημέρα της εκτέλεσης του Άλντο Μόρο, στις πλατείες ανέμιζαν σημαίες της Χριστιανοδημοκρατίας (η οποία ήταν συνένοχη στη δολοφονία) κι αργότερα, όταν αποκαλύφθηκε ότι το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα αποτελούσε παράρτημα της μαφίας, το ιταλικό κοινό, αντί να στραφεί προς τα αριστερά, στράφηκε προς τα δεξιά. Οι Ερυθρές Ταξιαρχίες –και μια σειρά άλλες ομάδες και πράξεις– είχαν εξευτελίσει την έννοια και την ιδεολογία της Αριστεράς: η Ιταλία βρέθηκε, όπως είχε προβλέψει ο Μόρο, μπροστά σε μια άβυσσο. Το «αξιολάτρευτο», κατά την προσφιλή έκφραση του Παζολίνι, ιταλικό χάος εξελίχθηκε σε ένα ακροδεξιό παρακράτος: ευτυχώς –μοιάζει να υπονοεί ο Σάσα– ευτυχώς, ο Παζολίνι έφυγε νωρίς.

O Λεονάρντο Σάσα είναι ο συγγραφέας της "ιταλικής συνείδησης" και αποτελεί ένα λογοτεχνικό είδος από μόνος του: θα μπορούσε κανείς να διακινδυνεύσει μιαν αναλογία ανάμεσα στον Σάσα της λογοτεχνίας και στον Κώστα Γαβρά, στον Έλιο Πέτρι, στον Φραντσέσκο Ρόζι του κινηματογράφου, τους δημιουργούς που ασχολήθηκαν με το ευρωπαϊκό πολιτικό θρίλερ, με την περιγραφή, την καταγγελία και την ίδια τη φύση της εξουσίας. Ο Σάσα, που γεννήθηκε στη Σικελία το 1921, κατέγραψε και ανέλυσε την πολιτική διαφθορά, τις σχέσεις των πολιτικών με τη μαφία και το παρακράτος. Η ανακάλυψη της λογοτεχνίας στη δεκαετία του ’30 τον έσωσε από τον πειρασμό του φασισμού: διάβαζε Μαντσόνι, Ουγκό, Καζανόβα, Ντιντερό κι όταν μπήκε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο της Καλτανισσέττα, στην Κεντρική Σικελία, μυήθηκε στο αντιφασιστικό κίνημα και στους Αμερικανούς συγγραφείς, στον Ντος Πάσσος, στον Χέμινγουεϋ, στον Φόκνερ, όπως και στους Γάλλους συμβολιστές ποιητές και στη φιλοσοφία του Σπινόζα. Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ισπανία έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής του στάσης και έγινε η αφορμή να γράψει το πρώτο του διήγημα με θέμα τους άπορους Σικελούς που ο Μουσσολίνι έστελνε να πολεμήσουν υπέρ του Φράνκο. Στη δεκαετία του ’40 απασχολήθηκε σε διάφορες υπαλληλικές θέσεις στις αγροτικές υπηρεσίες της Σικελίας, όπου ερχόταν καθημερινά σε επαφή με τη φτώχεια των αγροτών και των εργατών ορυχείων θειαφιού: ήταν μια σκληρή εποχή, που σημαδεύτηκε όχι μόνον από το φασιστικό καθεστώς, αλλά κι από την αυτοκτονία ενός από τους αδερφούς του, του Τζουζέππε. Από το 1949 μέχρι το 1957 ο Σάσα εργάστηκε ως δάσκαλος στο Ρακαλμούτο στην επαρχία του Αγκριτζέντο, ενώ παράλληλα διεύθυνε το περιοδικό "Galleria", στο οποίο συνεργάστηκαν πολλοί γνωστοί συγγραφείς, ανάμεσά τους και ο Παζολίνι. Ο Σάσα εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο το 1950, ένα αφήγημα "στο ύφος του Αισώπου" με "Μύθοι της δικτατορίας", κι ακολούθησαν ποιητικές συλλογές, μυθοπλαστικές αναλύσεις για τη σικελική ζωή (Η Σικελία, η καρδιά της, 1952), κριτικά κείμενα (Ο Πιραντέλλο και η Σικελία, 1961), άρθρα στην εφημερίδα "Gazetta di Parma" και διηγήματα που το 1958 εκδόθηκαν στη συλλογή "Οι θείοι της Σικελίας" (στη σειρά "Gettoni" που διεύθυνε τότε ο Έλιο Βιττορίνι). Το 1961 έγραψε την πρώτη ιδιότυπη "αστυνομική" του νουβέλα με τίτλο "Η μέρα της κουκουβάγιας", που έγινε η αρχή ενός πολιτικού λογοτεχνικού είδους με αστυνομική πλοκή και θέματα εμπνευσμένα από επεισόδια της τοπικής μαφίας που δεν απείχαν, από φιλοσοφική και σημειολογική άποψη, από εκείνα της πολιτικής. Ο Λεονάρντο Σάσα υπήρξε, όπως πολλοί Ιταλοί συγγραφείς της γενιάς του, μέλος του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος -το οποίο εκπροσώπησε στο δημοτικό συμβούλιο του Παλέρμο- αλλά δεν άργησε να μετακινηθεί προς τους Ριζοσπάστες, να εκλεγεί βουλευτής και στη συνέχεια ευρωβουλευτής (το 1979). Συνεργάστηκε με τις εφημερίδες "Corriere della Sera" και "La stampa", όπου σχολίαζε τα πολιτικά γεγονότα από φιλοσοφική πλευρά. Ο Λεονάρντο Σάσα είναι ο κατεξοχήν συγγραφέας της sicilitudine ("σικελικότητας") καθώς και μεταφραστής, μεταξύ άλλων, του Γουόλτ Γουίτμαν, του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, του Ανατόλ Φρανς και του Πέδρο Σαλίνας. Μερικά από τα έργα του διασκευάστηκαν και μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο: "O καθένας με τον τρόπο του" του Έλιο Πέτρι (1976), "Δολοφονίες διακεκριμένων" του Φραντσέσκο Ρόζι (1976), "Ανοιχτές πόρτες" του Τζάνι Αμέλιο (1990). Το χρονικό της υπόθεσης Μόρο έγινε ταινία από τον Τζουζέππε Φερράρα το 1986, με πρωταγωνιστή τον Τζιαν Μαρία Βολοντέ. Ο Σάσα πέθανε στο Παλέρμο το 1989.






e-mail Facebook Twitter