ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΥΤΟ ΔΟΚΙΜΑΖΟΝΤΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΑΣ. Ο συγγραφέας χαμογελάει και περιμένει. Ξέρει τι θα κάνουν -ή και τι (και γιατί) δε θα κάνουν- οι φαρισαίοι. Για να το συνειδητοποίηση κι ο αναγνώστης: Με τη δίωξη πλήττομε την πηγή, και ειδοποιούμε άλλες πιθανές πηγές αντιστάσεως πως θάχουν ν' αντιμετωπίσουν δίωξη. Έτσι ελπίζομε πως συστέλλονται - ή συστέλλουν την έκφραση οπωσδήποτε... Είναι ο τρόπος των απροσχημάτιστων δεσποτειών -και τέτοιες -υπάρχουν και "κοινοβουλευτικές" βέβαια, δικτατορικώτατες ασφαλώς, εν ονόματι "Δημοκρατίας" μάλιστα και "ισχυράς λαϊκής εντολής"! Όταν θεωρούν το Λαό αρκετά δούλο και τα όργανά τους χαλκεύσεως πλαστής "κοινής γνώμης" -όπως σ' εμάς εδώ τους υπανάπτυκτους (τόσο στην Οικονομία όσο και στη Συνείδηση και στην Ελευθερία)- αρκετά αποδοτικά, προτιμούν τη δίωξη. Μάλιστα όταν η πηγή είναι απ' τις πολύ ασυμβίβαστες και δεν "έρχεται σε λογαριασμό" - δηλαδή σε κονφόρμ με το Κατεστημένο. Με τη σιωπή αντί διώξεως, μειώνομε την εξακτίνωση και την εμβέλεια: πόσοι θα το διαβάσουν -θα το ανακαλύψουν από μόνοι τους και θα το διαβάσουν- ένα δύσκολο μάλιστα βιβλίο; Και σε πόσους θα το μεταδώσουν, θα το δανείσουν, θα το ξαναδανείσουν; Επιτέλους, όχι άλλοι, όχι περσότεροι από κείνους πού διαβάζουν -πού είναι σε θέση, πάντως, να διαβάσουν- δύσκολα και δυσάρεστα βιβλία. Δεν ξεπερνούν τις δυο χιλιάδες αυτοί στον Τόπο μας - κ' ειν' έτσι κ' έτσι, για όλες τις πολιτικές εξουσίες, χαμένοι κι αφ' εαυτού τους: έχουν γνώμες, κρίσεις προσωπικές, δικές τους θέσεις, δικιά τους κίνηση - κύτταρα "ενοχλητικά" εκ φύσεως· μεταξύ τους τα λεν, μεταξύ τους τα λέγαν πάντα, τα γράφαν... Περιορίζομε, με τη σιωπή, το πράγμα σ' αυτούς, αντί με τη δίωξη να τ' ανοίξουμε στους εκατονταπλάσιους, στους χιλιαπλάσιους, στα οχτώ εκατομμύρια.


Ρένος Αποστολίδης (1924-2004). Ο Ρένος Αποστολίδης γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος του δημοσιογράφου Ηρακλή Αποστολίδη, αρχισυντάκτη σε πολλές αθηναϊκές εφημερίδες, διευθυντή της Εγκυκλοπαίδειας του Πυρσού και διευθυντή της Εθνικής Βιβλιοθήκης (1945-1959), και της Ελπινίκης το γένος Ζαμπέλη. Το 1935 τέλειωσε το δημοτικό σχολείο και το 1941 το Βαρβάκειο Γυμνάσιο, όπου στις 28 Οκτωβρίου του 1941 οργάνωσε μαθητική αποχή. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής παρέμεινε ανένταχτος. Σπούδασε στο τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (αποφοίτησε το 1950). Φοιτητής ακόμη κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου στρατεύτηκε με το βαθμό του οπλίτη στο κρατικό μέτωπο. Αμέσως μετά την αποφοίτησή του και για έντεκα χρόνια εργάστηκε ως καθηγητής αρχαίων και νέων ελληνικών, ιστορίας και λατινικών σε ιδιωτικά αθηναϊκά γυμνάσια. Υπήρξε συνεργάτης του κρατικού γραφείου Τύπου του εξωτερικού, της Διεύθυνσης Εξωτερικού Τύπου, της Γενικής Διεύθυνσης Τύπου του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβερνήσεως και του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας. Τιμήθηκε με το βραβείο πεζογραφίας του Υπουργείου Παιδείας το 1960 (για το έργο του "Ιστορίες από τις Νότιες Ακτές"). Στο χώρο των γραμμάτων πρωτοεμφανίστηκε το 1944 με τη δημοσίευση του δοκιμίου του "Καιρός" στο περιοδικό "Γράμματα" και την έκδοση του έργου του "Τρεις σταθμοί μιας πορείας", ένα χρόνο αργότερα. Συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες και περιοδικά της πρωτεύουσας ως συντάκτης ("Ελευθερία", "Νίκη", "Εικόνες", "Γνώσεις", "Νεώτερον Λεξικόν Ηλίου", "Ανεξάρτητος Τύπος", κ.α.) και ως κριτικός ("Γράμματα", "Φοιτητική Φωνή", "Δελτίον του Βιβλίου", "Κύκλος", "Κοχλίας", "Νέα Εστία", "Νέοι Ρυθμοί", "Νέες Εικόνες", "Έθνος", "Εθνικός Κήρυκας", κ.α.). Από το 1951 ανέλαβε την αρχισυνταξία και την κριτική στήλη στο περιοδικό "Ο Αιώνας μας", και το 1959 ίδρυσε με τον πατέρα του το περιοδικό "Νέα Ελληνικά", από τις σελίδες του οποίου πρόβαλε την κριτική στάση του ενάντια στη λογοτεχνική γενιά του ’30. Το 1964 καταδικάστηκε σε κάθειρξη δυόμισι χρόνων -από την οποία εξέτισε τελικά τρεις μήνες- επειδή είχε εισβάλει στη Βουλή ηγούμενος μιας ομάδας ακροδεξιών. Στη δικτατορία του Παπαδόπουλου επέβαλε τη δημοσίευση σε συνέχειες της "Ανθολογίας νεοελληνικού διηγήματος" στις εφημερίδες της εποχής, η οποία όμως διακόπηκε από τη λογοκρισία με αφορμή τη δική του νουβέλα "Ο Α2". Μετά τη δικτατορία συνέχισε να ασκεί κριτική από τις σελίδες του περιοδικού "Τετράμηνα" ως το 1979. Ο Ρένος Αποστολίδης ανήκει στους έλληνες πεζογράφους της μεταπολεμικής γενιάς. Βασικό χαρακτηριστικό του έργου του είναι η κυριαρχία της παρεμβολής του συγγραφέα στη ροή της αφήγησης και η έκφραση της προσωπικής του άποψης και οπτικής του μύθου με τρόπο άμεσο. Βασική πηγή της θεματολογίας του είναι η περίοδος της γερμανικής κατοχής και του ελληνικού εμφυλίου, ιστορικά γεγονότα της οποίας εντάσσει στην αφήγησή του αξιοποιώντας τα και σχολιάζοντάς τα, τόσο για να κρίνει τις αρνητικές τους επιπτώσεις όσο και για να τονίσει το υπαρξιακό αδιέξοδο στο οποίο οδηγούν τους ήρωές του. Στα μεταγενέστερα έργα του στρέφεται προς τη σύγχρονή του πραγματικότητα, διατηρώντας ωστόσο την άποψή του για τον προδρομικό χαρακτήρα του Εμφυλίου στις μεταπολεμικές αλλαγές στην πολιτική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας. Έργα του μεταφράστηκαν στα ολλανδικά, γερμανικά, γαλλικά και άλλες ξένες γλώσσες. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ρένου Αποστολίδη βλ. Χατζηβασιλείου Βαγγέλης, "Ρένος Αποστολίδης", στο "Η μεταπολεμική πεζογραφία· από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του ’67", τ. β΄, σ. 224-247, Αθήνα: Σοκόλης, 1988, Χατζηφώτης Ι. Μ., "Αποστολίδης Ρένος", στη "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 2, Αθήνα: Χάρη Πάτση, χ.χ., και χ.σ., "Αποστολίδης Ρένος", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ.1, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1983. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).






e-mail Facebook Twitter