Κέντημα στην πέτρα ήταν η ζωή του

Η ζωή και το έργο του Μιχάλη Ρούσσου στον Ασφοντυλίτη
Συγγραφέας : Προβόπουλος, Ηλίας Γ.
Εκδότης : Μικρές Πατρίδες
Έτος έκδοσης : 2011
ISBN : 978-960-8120-04-4
Σελίδες : 112
Σχήμα : 24x17
Κατηγορίες : Βιογραφίες Γλυπτική, Ελληνική
Σειρά : Βιοτοπίες

14.00 € 12.46 €




Ο οικισμός του Ασφοντυλίτη βρίσκεται στο μέσον περίπου της "Μεγάλης Στράτας", του δρόμου δηλαδή που συνδέει την Αιγιάλη με τη Χώρα, την πρωτεύουσα του νησιού και το μοναστήρι της Χοζοβιώτισσας και χαρακτηριστικό του είναι ότι όλα τα κτίσματά του είναι με καμωμένα με ξερολιθιές και οι στέγες με ξύλα και χώμα. Σημαντικό είναι επίσης ότι δίπλα στον οικισμό υπάρχουν αρκετά πηγάδια, γεγονός που τον κάνει ξεχωριστό σε όλο το νησί που είχε πάντα δυσκολίες με το νερό. Τα χωράφια του Ασφοντυλίτη απλώνονται στο μικρό υψίπεδο και σε σχέση πάλι με τα υπόλοιπα του νησιού απαιτούσαν λιγότερη δουλειά και λιγότερη περίφραξη με ξερολιθιές για να προστατεύονται από τα αδέσποτα ζώα οι καλλιέργειες και τα αμπέλια. Από τους κατοίκους του, λίγοι ήταν αυτοί που έμειναν εκεί όλο το χρόνο και οι περισσότεροι πήγαιναν μόνο για να οργώσουν και να σπείρουν στις αρχές του χειμώνα και το καλοκαίρι να θερίσουν και να αλωνίσουν. Οι μόνιμοι ήταν και αυτοί που ασχολούνταν συστηματικά με την κτηνοτροφία και είχαν κοπάδια με αιγοπρόβατα και αγελάδες. Μερικοί είχαν εκεί και μελίσσια και κάποιοι ακόμη ψάρευαν στον όρμο του Αγίου Παύλου και κάτω από τον οικισμό, στα Χάλαρα. Ο κόσμος του Ασφοντυλίτη έμεινε ίδιος και απαράλλαχτος ως φαίνεται για πολλούς αιώνες και μόνο από τα μέσα του περασμένου άρχισε να αλλάζει, όπως εξάλλου και ολόκληρο το νησί. Τα πράγματα όμως κι εκεί αρχίζουν να αλλάζουν ριζικά από το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου που πολλοί κάτοικοί του φεύγουν μακριά αναζητώντας καλύτερες συνθήκες ζωής και φυσικά δουλειά και χρήματα. Εκείνη την εποχή σταματάει περίπου και το έργο του Μιχάλη Ρούσσου, καθώς πεθαίνει αυτός ο παράξενος άνθρωπος και το μόνο που μας τον θυμίζει πλέον είναι οι βραχογραφίες που άφησε στις μεγάλες πέτρες των τοίχων των σπιτιών, στις μάντρες του οικισμού και σε διάφορα άλλα σημεία του δρόμου προς τον Ποταμό. Στο σύνολό τους οι βραχογραφίες που έκανε ο Ρούσσος στην περιοχή του Ασφοντυλίτη και φαίνονται σήμερα ξεπερνούν τις 200 ενώ πιστεύω πως υπήρχαν και άλλες σε διάφορα σημεία που σκεπάστηκαν από τα ερείπια ή μπορεί και να καταστράφηκαν για διάφορους λόγους αφού κανένας δεν τους έδινε σημασία. Αυτός ο άνθρωπος που δεν σώζεται καμιά φωτογραφία του, ήταν γιος του Νικήτα και της Ειρήνης (το γένος Χάλαρη) και πρέπει να γεννήθηκε στα πριν από το 1900 χρόνια. Δεν γνωρίζουμε πως ήταν στα παιδικά του χρόνια αλλά από την εφηβεία και μετά παρουσιάζει κάποιας μορφής παραλυσία στα κάτω άκρα και από μια στιγμή και μετά, δεν μπορούσε πλέον να περπατήσει και να κάνει οποιαδήποτε δουλειά. Πως προέκυψε αυτό, είναι άγνωστο. Άλλοι λένε πως κρύωσε όταν βοσκούσε το χειμώνα το κοπάδι του πατέρα του, πράγμα κάπως απίθανο για γενιά ανθρώπων που ήταν ιδιαίτερα σκληραγωγημένοι και κάποιοι υποστηρίζουν πως του έκαναν μάγια οι νεράιδες, εκδοχή αβάσιμη αλλά εύκολα πιστευτή από εκείνο τον απλοϊκό κόσμο. Το πλέον πιθανόν είναι να παρουσίασε κάποιο πρόβλημα υγείας αλλά καθώς δεν υπήρχαν τα μέσα και οι γιατροί να το αντιμετωπίσουν όπως έπρεπε, έμεινε ανάπηρος. Εξαιτίας της αναπηρίας του αυτής λοιπόν, ο Μιχάλης Ρούσσος δεν μπορούσε να περπατήσει και για να κινηθεί έστω και μέσα στα όρια του οικισμού και έτσι είχε την ανάγκη των άλλων. Τον έπαιρναν, θυμούνται οι παλιότεροι στα χέρια και τον άφηναν σε ένα σημείο και αυτός για να περνάει η ώρα του άρχισε να κεντάει πάνω στις πέτρες σχέδια, να γράφει ονόματα και λέξεις για πράγματα του Ασφοντυλίτη. Τι τον ώθησε σε αυτή την τέχνη, είναι άγνωστο. Ούτε γνωρίζουμε αν είχε κάποιο δάσκαλο ή ακολούθησε την τέχνη κάποιου προγενέστερου. Είναι πιθανόν όταν μπορούσε να περπατήσει και κινούνταν και στους άλλους οικισμούς, να είδε κάτι σχετικό σε κάποιο άλλο μέρος του νησιού και σαν καθηλώθηκε από τα πόδια του, άρχισε να κεντάει προσπαθώντας να τα αναπαραστήσει. Το αγαπημένο του θέμα και αυτό που μπορεί να θεωρηθεί ως τέλειο, ήταν οι χοροί και οι μουσικοί τους οποίους τους κεντάει όλους με μακριά πόδια. Από εκεί καταλαβαίνουμε πόσο οδυνηρά αυτός ο άνθρωπος ένοιωθε την μειονεξία του και καταλαβαίνουμε τη μεγάλη επιθυμία που είχε να σηκωθεί όρθιος και να χορέψει. Γι' αυτόν οι







e-mail Facebook Twitter