«Μετά την απώλεια της όρασής μου, είχα δύο επιλογές. Η μία, να καθίσω και να κλαίω τη μοίρα μου· η άλλη, να παλέψω να σταθώ στα πόδια μου. Μην ξεχνάς ότι γνωρίζω τα σχήματα, τα χρώματα, τους ανθρώπους, γιατί, όπως ξέρεις, τυφλώθηκα ολοκληρωτικά δέκα χρονών. Έτσι, λοιπόν, αγωνίστηκα πολύ για να καταφέρω να περπατάω με άνεση στους δρόμους μόνος μου ή να ζω την κάθε στιγμή σαν να μην είχα χάσει ποτέ το φως μου. Όλα αυτά τα χρόνια, εκείνο που πάλεψα με νύχια και με δόντια να κρατήσω είναι η αξιοπρέπειά μου, κι αυτό πιστεύω πως είναι η σπουδαιότερη αξία στη ζωή, φίλε μου».
Ο Μάρκος Κυκιβαράκης. Ένας ξεχωριστός, σπουδαίος άνθρωπος. Τυφλός από παιδί, αλλά γεννημένος νικητής. Βρήκε μέσα του τη δύναμη να μετατρέψει το μειονέκτημα σε πλεονέκτημα, να σταθεί όρθιος και να αναπτύξει στο έπακρο τις άλλες αισθήσεις και τις ικανότητές του. Έγινε ένας άνθρωπος γεμάτος φως. Κέρδισε την αποδοχή και το σεβασμό.
Οι κοινωνικές του ευαισθησίες τον ώθησαν να πάρει δυναμικά μέρος στον Αγώνα των Τυφλών, όταν διεκδικούσαν βελτίωση της θέσης τους, προγράμματα κρατικής μέριμνας και αξιοπρέπεια, καθώς και σε συνδικαλιστικούς αγώνες.
Από μικρός αγάπησε το κιτρινόμαυρο σημαιάκι με τον δικέφαλο αετό, αγάπησε την ποδοσφαιρική ομάδα της ΑΕΚ. Έγινε ένας φίλαθλος θρυλικός σαν την ομάδα του. Αγαπητός απ’ όλους. Ο οπαδός που θα ’θελαν να έχουν όλοι οι σύλλογοι. Περήφανος για την Αθλητική Ένωση Κωνσταντινουπόλεως, παρακολουθεί όλους τους αγώνες της, ζει με πάθος τις νίκες και τις ήττες.
Αυτός ο άνθρωπος μας δείχνει με το παράδειγμά του πόσο μεγάλη και όμορφη είναι η ζωή όταν έχεις ανοιχτό μυαλό και μεγάλη καρδιά. Σαν του Μάρκου.