Φωτεινή νύχτα, μια μέρα μετά την πανσέληνο, περπατώ με τον σκύλο, το βλέμμα μου σκοντάφτει στη θάλασσα, ανοιχτός ή κλειστός είναι ο ορίζοντας; το μαγαζί είναι κλειστός χώρος χωρίς ορίζοντα, δεν σε πάει κάπου, δεν ταξιδεύεις· έρχονται όμως οι άλλοι σε σένα, έρχονται πράγματα απ’ όλο τον κόσμο, από τα καρπούζια που παράγονται τριακόσια μέτρα από δω, ώς τις μπανάνες κολομβίας, τα καρύδια χιλής και τα αβοκάντο νότιας αφρικής· το ίδιο και οι άνθρωποι, ντόπιοι που τους γνωρίζω πενήντα χρόνια, γέροι και γριές που τους θυμάμαι στο άνθος της νιότης τους, αλλά και εκατοντάδες τούρκοι, ευρωπαίοι, αμερικανοί, μέχρι και ιάπωνες πέρασαν, όλοι αυτοί εκτός από χρήματα αφήνουν το αποτύπωμά τους.