Πέρσες


Συγγραφέας : Αισχύλος
Μεταφραστής : Αδάμος, Ευάγγελος Σ.
Εκδότης : Ζήτρος
Έτος έκδοσης : 2005
ISBN : 978-960-8437-43-2
Σελίδες : 471
Κατηγορίες : Ελληνικό δράμα (Τραγωδία) - Ερμηνεία και κριτική Ελληνικό δράμα (Τραγωδία)
Σειρά : Αρχαίοι Συγγραφείς

22.37 € 15.44 €




Οι "Πέρσες" (472 π. Χ.), το 73ο βιβλίο της σειράς "Αρχαίοι συγγραφείς", είναι η αρχαιότερη σωζόμενη τραγωδία, η μόνη που δεν πραγματεύεται ένα μυθικό επεισόδιο, αλλά ένα σύγχρονο ιστορικό γεγονός, τη νίκη των Ελλήνων στη ναυμαχία της Σαλαμίνας ή καλύτερα την ήττα των Περσών στη Σαλαμίνα. Με τον πρώτο στίχο ο Αισχύλος τιμά έναν άλλο τραγικό ποιητή, το Φρύνιχο, ο οποίος δραματοποίησε το ίδιο θέμα στις Φοίνισσές του, όπου είχε την έμπνευση να παρακολουθήσει την καταστροφή του "χρυσοστόλιστου στρατού" από την οπτική των ίδιων των Περσών. Την ίδια οπτική ακολουθεί και ο Αισχύλος· εδώ όμως σταματούν και οι ομοιότητες ανάμεσα στα δύο δράματα, καθώς στους Πέρσες οι πρωταγωνιστές δεν αναλύονται μόνο σε μακροσκελείς θρήνους. Το αρχικό κλίμα ανησυχίας που εκφράζει ο Χορός μαζί με μια συγκρατημένη κριτική στον Ξέρξη κλιμακώνεται αριστοτεχνικά στο περίφημο "όνειρο της Άτοσσας", της μητέρας του και χήρας του Δαρείου, και κορυφώνεται με την μακροσκελέστερη στο αρχαίο ελληνικό δράμα "αγγελική ρήση", που αποκαλύπτει την ωμή αλήθεια της καταστροφής, καθώς διηγείται τις φάσεις της ναυμαχίας (εδώ ο Αισχύλος συμπληρώνει μάλιστα την ηροδότεια διήγηση). Η Άτοσσα προσεύχεται στους θεούς του κάτω κόσμου και ο Χορός αναθυμάται την επιτυχημένη βασιλεία του Δαρείου στον οποίο αναπέμπει έναν "κλητικό ύμνο". Στην υποβλητική σκηνή που ακολουθεί το φάσμα του Δαρείου εμφανίζεται επί σκηνής, πληροφορείται την ήττα, αποκαλύπτει το βαθύτερο νόημα της καταστροφής, προφητεύει και συμβουλεύει για το μέλλον. Στην έξοδο ο Ξέρξης, που σε όλη την τραγωδία είναι "ο αναμενόμενος", εμφανίζεται με κουρελιασμένα τα ρούχα και το ηθικό του και θρηνεί την ήττα και την απώλεια των αγαπημένων συντρόφων του μαζί με το Χορό σε μια σκηνή γεμάτη ανατολίτικο πάθος. Η "ύβρις" του Ξέρξη υπήρξε η ατυχής έμπνευσή του να ζεύξει τον Ελλήσποντο με την πλοιογέφυρά του, για να περάσει στην Ελλάδα· η υπέρβαση των ανθρώπινων ορίων καταργεί τη θεόσδοτη τάξη του κόσμου· η τιμωρία τότε είναι αναπόφευκτη. Η εκτενής εισαγωγή χωρίζεται σε τρία μέρη: στο πρώτο δίνονται τα βιογραφικά και εργογραφικά στοιχεία για τον Αισχύλο, καθώς και η χειρόγραφη παράδοση· στο δεύτερο γίνεται λόγος για τον Αισχύλο ως δραματικό ποιητή και στο τρίτο αναλύονται οι "Πέρσες" δραματικά και σκηνικά και παρακολουθούνται τα πρόσωπα της τραγωδίας και η σύνδεσή της με την πολιτική κατάσταση της περιόδου μετά τους περσικούς πολέμους. Το αρχαίο κείμενο ακολουθεί βασικά την έκδοση του D.L. Page από την Οξφόρδη, ενώ όπου υπάρχει διαφοροποίηση αιτιολογείται στο οικείο σχόλιο.

Αισχύλος (525 - 455 π.Χ.). Υπήρξε πολύ μεγάλος τραγικός ποιητής της αρχαίας Ελλάδας, ίσως και μεγαλύτερος απ όλους γενικά τους άλλους ομοτέχνους του. Ήταν επίσης αρχιτέκτονας, σκηνοθέτης και μουσικός. Από τα έργα του 67 χάθηκαν και μόνο 7 διασώθηκαν ("Προμηθέας Δεσμώτης", "Ικέτιδες", "Πέρσες" και "Επτά επί Θήβαις", καθώς και η τριλογία του υπό τον τίτλο "Όρέστεια" που περιλαμβάνει τα μερικότερα έργα: "Αγαμέμνων", "Χοηφόροι" και "Ευμενίδες"). Ο Αισχύλος διακρίθηκε σαν μαχητής στο Μαραθώνα και στη Σαλαμίνα. Πήρε εξάλλου, 13 πρώτα βραβεία από έργα του, εκτός από τα δεύτερα και τρίτα, που κατά καιρούς του απονεμήθηκαν σε αντίστοιχους διαγωνισμούς. Με το Αισχύλο η αρχαιοελληνική τραγωδία εξελίχθηκε, από τον αρχικό διθύραμβο, σε πολυπρόσωπη παράσταση και έφθασε στο μεσουράνημά της. Το ύφος του διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπειά του, το όλο δε έργο του για το βάθος, την πρωτοτυπία στη μορφή και την ισχυρότατη φαντασία του μεγάλου ποιητή. Κατά γενική, σχεδόν, αναγνώριση ο Αισχύλος υπήρξε μέγας και, από κάθε άποψη, ασύγκριτος δημιουργός. Πέθανε από ατύχημα στη Γέλα της Σικελίας, σε ηλικία 70 ετών, και τάφηκε εκεί. Κατά σχετική ανεπιβεβαίωτη παράδοση, μια χελώνα, πέφτοντας στο κεφάλι του από ψηλά, τον σκότωσε. Στον τάφο του οι Σικελοί Έλληνες ανάγειραν μετά μνημείο, στο οποίο χάραξαν επίγραμμα, που το είχε φτιάξει ο ίδιος ο Αισχύλος, διαισθανόμενος ίσως πως το τέλος του πλησίαζε.






e-mail Facebook Twitter