Το ρετσιτατίβο στις όπερες του Mozart

Πυξίδα για την αναγέννηση της μουσικής αντίληψης
Συγγραφέας : Χατζηνίκος, Γιώργος
Εκδότης : Νεφέλη
Έτος έκδοσης : 2007
ISBN : 978-960-211-851-1
Σελίδες : 141
Σχήμα : 21x14
Κατηγορίες : Μουσική, Κλασική Όπερες
Σειρά : Βιβλία για τη Μουσική

14.27 € 9.85 €




Με αφετηρία τις εμπειρίες του από τη διδασκαλία του ρετσιτατίβου του Mozart και περνώντας από τις σουίτες του Bach, ο Γιώργος Χατζηνίκος καταδεικνύει τη σημασία και τη χρησιμότητα της χειρονομίας στην κατανόηση της "πρωτογενούς κίνησης", δίνοντας ουσιαστικά μ' αυτόν τον τρόπο μια "πυξίδα" για την ερμηνεία της μουσικής γενικότερα. Το αφηρημένο της "ζωντανής κίνησης" γίνεται σχεδόν χειροπιαστό μέσα από τις καθημερινές μας συνήθειες, τα μουσικά παραδείγματα, τις ρήσεις γνωστών προσωπικοτήτων, αλλά και μέσα από τη δομή του Λόγου ή τη συμμετρική οργάνωση της φύσης. Το βιβλίο αυτό αποτελεί, με πολλούς τρόπους, συνέχεια του προηγούμενου για τον Σκαλκώτα, καθώς κι ένα σημαντικό συμπλήρωμα της προσπάθειας μας να εκδώσουμε το εγχειρίδιο διδασκαλίας του Γιώργου Χατζηνίκου. Είναι συνοπτικό, ξεκάθαρο στις τοποθετήσεις του και ευκολοδιάβαστο, γραμμένο με τη γνωστή προφορικότητα του λόγου του και τον ειλικρινή αυθορμητισμό των παρομοιώσεων και των παραδειγμάτων του. "Πώς μελετάει κανείς ένα ρετσιτατίβο;", "Τι εστί χειρονομία και γιατί είναι τόσο σημαντική;", "Τι είναι σύνθεση και τι ερμηνεία;". Τα ερωτήματα-τίτλοι δείχνουν ξεκάθαρα τις απαρχές του κειμένου, αλλά ο Χατζηνίκος καταφέρνει να δημιουργήσει πάλι την ατμόσφαιρα μιας συνολικότερης αντίληψης της μουσικής, τόσο μέσα από ανεκδοτολογικές αναφορές και παρενθετικές σκέψεις, όσο και μέσα από απρόσμενες "διακλαδώσεις" της σκέψης του. Τελικά, όμως, ο Χατζηνίκος θέλει κυρίως να απορεί: "Πώς συλλαμβάνουμε τη μουσική;", "Πώς την προσεγγίζουμε;", "Πώς την εννοούμε παραδοσιακά;", και τελικά "Πώς την ασκούμε;". Αυτή η "υγιής απορία" φαίνεται να είναι η δική του πυξίδα.

Η ζωή του Γ. Χατζηνίκου διαμορφώθηκε μέσα από διαδοχικές συμπτώσεις. Σε ηλικία περίπου 4 ετών (1927), αν και ασυνήθιστο εκείνη την εποχή για αγόρι, αρχίζει τη μουσική. Συμπτωματικά επίσης, επιλέγει να μάθει πιάνο και όχι βιολί. Το 1940 εισάγεται πέμπτος ανάμεσα σε δυόμιση χιλιάδες υποψηφίους στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Την έναρξη όμως των μαθημάτων, στις αρχές Νοεμβρίου, ματαιώνει η κήρυξη του πολέμου την 28η Οκτωβρίου. Την εθνική ανάταση της αλβανικής εποποιίας διαδέχεται η κατοχή και η πείνα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες καθηλώνεται στο Χόρτο Πηλίου όπου, μέσα στην ηθική κατάπτωση της εποχής, η μουσική του αποκαλύπτεται ως ανώτερη οικουμενική νομοτέλεια και σηματοδοτεί αποφασιστικά τη ζωή του. Τις επίσημες σπουδές πιάνου και διεύθυνσης (Αθήνα, Salzburg), ακολουθούν, το 1950, ελεύθερες ανώτερες σπουδές (Μόναχο, Αμβούργο, Γαλλία) πλάι σε εντατική σολιστική δράση (Αυστρία, Γερμανία, Σουηδία, Δανία, Ελλάδα, Βέλγιο, Ολλανδία, Ρωσία), που διεγείρουν μέσα του όλο και βαθύτερα ερωτήματα, έως ότου μέσα από την απρόσμενη εξέλιξη μιας αποκαλυπτικής συνάντησης με τον θρυλικό Neuhaus το 1959 στη Μόσχα, προσκαλείται το 1961 στην Αγγλία. Εκεί βρίσκει πρόσφορο έδαφος για μια όλο και πιο πολύπλευρη μουσική δράση, που μαζί με περαιτέρω διεθνείς εμπειρίες (Ν. Αφρική, Ινδία, ΗΠΑ, Ισλανδία, Βραζιλία) τον βοηθούν να διεισδύσει βαθύτερα στην έννοια και το λειτούργημα της Μουσικής, κάτι που εξακολουθεί ακόμα να αναπτύσσεται...






e-mail Facebook Twitter